Αρχαιολογικά ευρήματα δεικνύουν ότι η Χλώρακα κατοικείτο από αρχαιοτάτων χρόνων, όμως ένεκα της δύσκολης διαβίωσης των κατοίκων καθώς τα εδάφη της ήσαν πέτρινα και άγονα, μέχρι πρότινος ήταν αραιοκατοικημένη με ελάχιστους κατοίκους, έτσι που ο τόπος εκ φύσεως ήταν βλαστημένος με όλα τα είδη άγριας χλωρίδας που ευδοκιμεί στην Κύπρο.

Καθώς όμως στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο κόσμος άκμασε, ντόπιοι και ξένοι επιχειρηματίες ξεχέρσωσαν εξ ολοκλήρου τη φύση μετατρέποντας τη μικρή κοινότητα σε τσιμεντούπολη. Όλη η άγρια χλωρίδα και πανίδα εξαφανίστηκε και σκεπάστηκε κάτω από δρόμους και κτίρια μεγαθήρια. Η ιθαγενής χλωρίδα εξέλειπε σχεδόν παντελώς, και στις αυλές των ψηλών κτιρίων φυτεύτηκαν ως επί το πλείστον ξενόφερτα δέντρα και λουλούδια.

Στη διάρκεια της δικής μου γενιάς έλαχε να επισυμβεί αυτό το μεγάλο κακό, έτσι εγώ έχοντας συναισθήματα ενοχής γι αυτή την καταστροφή, αποφάσισα να περιγράψω μερική ντόπια χλωρίδα ώστε μέσω της ανάγνωσης των γραπτών μου, οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν μερικά από τα αμέτρητα είδη άγριας χλωρίδας που βλάσταινε έναν παλαιότερο καιρό στη Χλώρακα.

ΑΓΝΙΑ ή ΛΥΓΑΡΙΑ

Μυθολογία
Η Λυγαριά ήταν αδερφή της Πικροδάφνης και είχαν έναν μονάκριβο αδερφό που πέθανε. Η λυγαριά ήταν απαρηγόρητη. Τόσο πολύ λυπήθηκε, που ενώ έβγαζε λευκά λουλούδια ως τότε, από τη λύπη της τα λουλούδια πήραν χρώμα μωβ, πένθιμο. Της Πικροδάφνης όμως τα άνθη συνέχιζαν να βγαίνουν ρόδινα. Λέει τότε η λυγαριά:
«Καημένη, ο αδερφός μας πέθανε και συ ντύθηκες στα φανταχτερά;»
-«Μην κοιτάς τα ρούχα μας- αποκρίθηκε εκείνη- την καρδιά μας κοίταξε ποια είναι πιο μαύρη και πικρή;
Πραγματικά όλο το κορμί της είναι φαρμάκι και γι’ αυτό ονομάζεται και πικροδάφνη.

Διοσκουρίδης: Άγνος ή λύγος θάμνος εστί δενδρώδης. 
Η άγνος ή λυγαριά είναι θάμνος δενδρώδης, που φυτρώνει δίπλα σε ποτάμια και πετρώδεις περιοχές και χαράδρες, με κλαδιά που σπάνε δύσκολα, φύλλα σαν της ελιάς, πιο μαλακά όμως.
Άλλη βγάζει λευκό άνθος μαζί με μια ελαφριά πορφυρότητα, ενώ άλλη βγάζει πορφυρό, και σπόρο σαν το πιπέρι.
Έχει ιδιότητες θερμαντικές και μαλακτικές.
Ο καρπός της, όταν πίνεται, βοηθάει όσους έχουν δαγκωθεί από φίδι, όσους πάσχουν από τη σπλήνα και όσους έχουν υδρωπικία.
Όταν πίνεται σε ποσότητα μιας δραχμής μαζί με κρασί, κατεβάζει γάλα και προκαλεί την έμμηνο ρύση, ενώ ελευθερώνει και το σπέρμα, χτυπάει  όμως και το κεφάλι προκαλώντας νάρκη.
Το αφέψημα του ίδιου του φυτού και του καρπού βοηθά τις παθήσεις και τις φλεγμονές της μήτρας με ατμόλουτρα των γυναικείων οργάνων.
Ο σπόρος όταν πίνεται μαζί με γλήχωνα (το φλισκούνι-ο  γλήχων ο ηδύοσμος) και γίνεται υποκαπνιστός και εισάγεται με βύσμα, προκαλεί την έμμηνο κάθαρση, ενώ ως κατάπλασμα διαλύει τον πονοκέφαλο, και γίνονται πλύσεις με αυτόν μαζί με ξύδι και λάδι σε όσους έχουν λήθαργο και φρενίτιδα.
Και τα φύλλα της, όταν γίνονται θυμίαμα και όταν στρώνονται από κάτω, διώχνουν τα φίδια
και όταν γίνονται κατάπλασμα βοηθούν όσους έχουν δαγκωθεί από τα φίδια, ενώ μαζί με βούτυρο και φύλλα αμπελιού μαλακώνουν τα σκληρώματα των όρχεων.
Ο σπόρος ως κατάπλασμα μαζί με νερό καταπραΰνει τις ραγάδες στον πρωκτό, ενώ μαζί με τα φύλλα θεραπεύει τα διαστρέμματα και τα τραύματα.
Φαίνεται μάλιστα ότι εμποδίζει τα συγκάματα κατά τις οδοιπορίες, αν κανείς κρατά στο χέρι του ένα κλαδί της.
Έχει ονομαστεί "άγνος" επειδή οι γυναίκες που παρέμεναν αγνές κατά τα Θεσμοφόρια, (η σπουδαιότερη γιορτή στην αρχαία Ελλάδα που γίνονταν κατά τον μήνα Πυανεψίωνα  του Αττικού έτους προς τιμήν της Δήμητρας -της Θεάς που εισήγαγε τους θεσμούς - εξ ου και "Θεσμοφόρια"-και τους νόμους του εξευγενισμένου βίου, μετείχαν μόνο γυναίκες οι οποίες κατά την διάρκεια της γιορτή δεν είχαν ουδεμία επικοινωνία με τους συζύγους τους. ενώ τα στρώματα από επιλεκτικά χόρτα και κλαδιά πάνω στα οποία κοιμούνταν είχαν καθαρτική δύναμη και καταλυτική επίδραση πάνω τους τη χρησιμοποιούσαν ως στρώμα,λέγεται μάλιστα λυγαριά, επειδή τα κλαδιά της είναι ευλύγιστα...... 
Χρήσεις κατά τη λαϊκή παράδοση. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την δυνατότητα του βοτάνου να κατευνάζει τις σεξουαλικές ορμές και τον ερεθισμό των γεννητικών οργάνων. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε από τους μοναχούς στα μοναστήρια. Εκεί έτρωγαν τον καρπό της λυγαριάς σε γλυκίσματα, για να βοηθηθούν οι καλόγεροι να τηρήσουν τον όρκο αγνότητας που είχαν πάρει. Εξ αιτίας του γεγονότος αυτού η ονομασία του βοτάνου στα αγγλικά είναι monk’s pepper (πιπέρι του μοναχού). Στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα το φυτό ήταν πολύ γνωστό, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στον υπόλοιπο Ευρωπαϊκό χώρο και συνδέονταν κυρίως με τις υποτιθέμενες ιδιότητες αφεψήματος καρπών ή φύλλων, να κατευνάζει την ερωτική διάθεση και να λειτουργεί ως εκτρωτικό φάρμακο. Οι βέργες της, λόγω της ευλυγισίας, είναι κατάλληλες για καλαθοπλεκτική και το ξύλο της. Από τα εύκαμπτα κλαδιά της κατασκευάζονται καλάθια. Επίσης οι σπόροι χρησιμοποιήθηκαν κατά των κρυολογημάτων και κατά των δαγκωμάτων των φιδιών. Η καύση των φύλλων και τα στρώματα από εύοσμα φύλλα λυγαριάς θεωρούνταν ότι εξεδίωκαν τα θηρία.