Αρχαιολογικά ευρήματα δεικνύουν ότι η Χλώρακα κατοικείτο από αρχαιοτάτων χρόνων, όμως ένεκα της δύσκολης διαβίωσης των κατοίκων καθώς τα εδάφη της ήσαν πέτρινα και άγονα, μέχρι πρότινος ήταν αραιοκατοικημένη με ελάχιστους κατοίκους, έτσι που ο τόπος εκ φύσεως ήταν βλαστημένος με όλα τα είδη άγριας χλωρίδας που ευδοκιμεί στην Κύπρο.

Καθώς όμως στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο κόσμος άκμασε, ντόπιοι και ξένοι επιχειρηματίες ξεχέρσωσαν εξ ολοκλήρου τη φύση μετατρέποντας τη μικρή κοινότητα σε τσιμεντούπολη. Όλη η άγρια χλωρίδα και πανίδα εξαφανίστηκε και σκεπάστηκε κάτω από δρόμους και κτίρια μεγαθήρια. Η ιθαγενής χλωρίδα εξέλειπε σχεδόν παντελώς, και στις αυλές των ψηλών κτιρίων φυτεύτηκαν ως επί το πλείστον ξενόφερτα δέντρα και λουλούδια.

Στη διάρκεια της δικής μου γενιάς έλαχε να επισυμβεί αυτό το μεγάλο κακό, έτσι εγώ έχοντας συναισθήματα ενοχής γι αυτή την καταστροφή, αποφάσισα να περιγράψω μερική ντόπια χλωρίδα ώστε μέσω της ανάγνωσης των γραπτών μου, οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν μερικά από τα αμέτρητα είδη άγριας χλωρίδας που βλάσταινε έναν παλαιότερο καιρό στη Χλώρακα.

ΣΚΟΥΡΟΥΠΑΘΚΙΑ – ΓΑΖΙΑ


Σκούρούπαθοι, πανέμορφοι και ευωδιαστοί.
Ειχαμε μια σκουρουπαθιά στην άκρη της αυλής μοναδικη σε ολο το χωριό, που άπλωνε τα κλωνιά της έξω στο δρόμο και τα πρωινα μουσκομύριζε όλη η γειτονιά.
Όλοι οι χωριανοι έρχονταν να κόψουν και να μυρίσουν τα ευωδιαστα ανθη της, προσεχτικά όμως, για να μην κουσπιστούν από τα αγκαθωτά κλωνιά της. Διότι όσο τέλειο ήταν το άρωμα των κατακίτρινων πανέμορφων στρογγυλών λουλουδιών της, άλλο τόσο επικίνδυνα ήταν τα κουσπιά της.
Εγώ μικρόν παιδί έβλεπα τη μάνα μου που μάζευε τα λουλουδάκια και τα έβαζε στο ερμάρι για να ευωδιάζουν τα ρούχα και να διώχνουν τον σκώρο, έβλεπα και τους μεγάλους που με προσοχη τα έκοβαν για να τα μυριστούν, έτσι έκανα και εγώ το ίδιο. Καμιά φορά όμως πληγωνόμουν και βλέποντας το αίμα μου που έτρεχε πηγαινα στη μάνα μου κλαίγοντας. Η μάνα μου στην αρχή με συμβούλευε να είμαι προσεχτικος, αλλά ύστερα από τις πολλές φορές με μάλλωνε γιατί ήμουν απρόσεχτος. Είναι μια από τις γλυκές θύμισες μου γι αυτήν, καθώς πέθανε πολύ νέα.
Η σκουρουπαθκιά είναι ημιαειθαλές δέντρο, δηλαδή δεν ρίχνει όλα τα φύλλα της αν ο χειμώνας είναι ήπιος και σε ύψος δεν ξεπαρνά τα 2-3m. Τα κλαδιά της είναι αγκαθωτά και τα φύλλα της σύνθετα. Ανθίζει Φεβρουάριο με Μάρτιο και τα χρυσοκίτρινα άνθη της είναι πολύ αρωματικά. Είναι ανθεκτική στην ξηρασία και συνήθως βλαστά σε παραθαλάσσιες περιοχές.