Αρχαιολογικά ευρήματα δεικνύουν ότι η Χλώρακα κατοικείτο από αρχαιοτάτων χρόνων, όμως ένεκα της δύσκολης διαβίωσης των κατοίκων καθώς τα εδάφη της ήσαν πέτρινα και άγονα, μέχρι πρότινος ήταν αραιοκατοικημένη με ελάχιστους κατοίκους, έτσι που ο τόπος εκ φύσεως ήταν βλαστημένος με όλα τα είδη άγριας χλωρίδας που ευδοκιμεί στην Κύπρο.

Καθώς όμως στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο κόσμος άκμασε, ντόπιοι και ξένοι επιχειρηματίες ξεχέρσωσαν εξ ολοκλήρου τη φύση μετατρέποντας τη μικρή κοινότητα σε τσιμεντούπολη. Όλη η άγρια χλωρίδα και πανίδα εξαφανίστηκε και σκεπάστηκε κάτω από δρόμους και κτίρια μεγαθήρια. Η ιθαγενής χλωρίδα εξέλειπε σχεδόν παντελώς, και στις αυλές των ψηλών κτιρίων φυτεύτηκαν ως επί το πλείστον ξενόφερτα δέντρα και λουλούδια.

Στη διάρκεια της δικής μου γενιάς έλαχε να επισυμβεί αυτό το μεγάλο κακό, έτσι εγώ έχοντας συναισθήματα ενοχής γι αυτή την καταστροφή, αποφάσισα να περιγράψω μερική ντόπια χλωρίδα ώστε μέσω της ανάγνωσης των γραπτών μου, οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν μερικά από τα αμέτρητα είδη άγριας χλωρίδας που βλάσταινε έναν παλαιότερο καιρό στη Χλώρακα.

ΑΘΑΝΑΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΛΙΕΣ ΤΗΣ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

Ο μύθος λέει πως ο Αθάνατος ήταν ένας ήρωας που όταν ήταν μικρό παιδί, οι Μοίρες είπαν στη μάνα του πως το παιδί της θα πέθαινε, αν ο δαυλός που έκαιγε πάνω στην εστία της, καιγόταν ολόκληρος. Αμέσως η μάνα έσβησε το δαυλό και τον έκρυψε μέσα στην κουφάλα μιας αιωνόβιας βελανιδιάς, ώστε να μην τον δει ποτέ ανθρώπου μάτι να τον ανάψει και να τον κάψει. Όταν τα χρόνια πέρασαν και ο Αθάνατος έγινε ξακουστός ήρωας, μια βαρυχειμωνιά ένας κεραυνός έκαψε την βελανιδιά, και κάηκε ο δαυλός, πέθανε και το παλληκάρι.
Η μάνα του παλληκαριού απαρηγόρητα έκλεγε για το χαμό του μέρες και νύχτες πολλές, ώσπου ο Δίας τη λυπήθηκε και μετέτρεψε τον αγαπητόν υιόν της σε πανέμορφα αθάνατα λουλούδια που ποτέ να μην ξεραίνουν, και παντοτινά να την συντροφεύουν. 

Τα αθάνατα ή αμάραντα είναι πολυετή αειθαλή φυτά με ανθοφόρους βλαστούς χωρίς πτερύγια που αναπτύσσονται από ξυλώδες ρίζωμα. Είναι φυτά που τα συναντάμε την άνοιξη σε παραθαλάσσιες περιοχέςκαι που στη Κυπριακή ορολογία ονομάζονται αθάνατα. Τα συναντάμε σπαρμένα στις άγονες βραχώδεις παραλίες, ακόμα και πάνω στην άμμο.
Τα σέπαλα των ανθέων έχουν μωβ χρώμα που παραμένει αναλλοίωτο για πολύ καιρό έστω και αν έχουν αποξηρανθεί, και αυτός είναι ο λόγος που ονομάζονται αθάνατα ή και αμάραντα. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλή ως λουλούδια, γι αυτό χρησιμοποιούνται συχνά για αποξηραμένες συνθέσεις, ενώ οι παλαιότεροι κάτοικοι τα χρησιμοποιούσαν για το στόλισμα του επιτάφιου του Χριστού.
Τα τρυφερά φύλλα των φυτών έχουν όξινη γεύση και οι παλαιοί τα μαγείρευαν όταν ήθελαν να φτιάξουν φαγητά με όξινες γεύσεις.