Αρχαιολογικά ευρήματα δεικνύουν ότι η Χλώρακα κατοικείτο από αρχαιοτάτων χρόνων, όμως ένεκα της δύσκολης διαβίωσης των κατοίκων καθώς τα εδάφη της ήσαν πέτρινα και άγονα, μέχρι πρότινος ήταν αραιοκατοικημένη με ελάχιστους κατοίκους, έτσι που ο τόπος εκ φύσεως ήταν βλαστημένος με όλα τα είδη άγριας χλωρίδας που ευδοκιμεί στην Κύπρο.

Καθώς όμως στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο κόσμος άκμασε, ντόπιοι και ξένοι επιχειρηματίες ξεχέρσωσαν εξ ολοκλήρου τη φύση μετατρέποντας τη μικρή κοινότητα σε τσιμεντούπολη. Όλη η άγρια χλωρίδα και πανίδα εξαφανίστηκε και σκεπάστηκε κάτω από δρόμους και κτίρια μεγαθήρια. Η ιθαγενής χλωρίδα εξέλειπε σχεδόν παντελώς, και στις αυλές των ψηλών κτιρίων φυτεύτηκαν ως επί το πλείστον ξενόφερτα δέντρα και λουλούδια.

Στη διάρκεια της δικής μου γενιάς έλαχε να επισυμβεί αυτό το μεγάλο κακό, έτσι εγώ έχοντας συναισθήματα ενοχής γι αυτή την καταστροφή, αποφάσισα να περιγράψω μερική ντόπια χλωρίδα ώστε μέσω της ανάγνωσης των γραπτών μου, οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν μερικά από τα αμέτρητα είδη άγριας χλωρίδας που βλάσταινε έναν παλαιότερο καιρό στη Χλώρακα.

ΚΥΡΤΑΜΑ

Σύμφωνα με τη μυθολογία όταν ο Δίας θύμωσε με τον Προμηθέα που είχε το θράσος να του προσφέρει ένα πιάτο γεμάτο κόκαλα με λίπος αντί για ένα καλό κομμάτι κρέας, του αφαίρεσε τα προνόμια της φωτιάς από τη Γη τιμωρώντας έτσι τους ανθρώπους πολύ σκληρά. 

Ο Προμηθέας όμως που αγαπούσε τους ανθρώπους, με πονηριά κατόρθωσε να κλέψει τη φωτιά και να την κρύψει στο εσωτερικό μιας σχισμής ενός κύρταμου, και αργότερα να τη δώσει πίσω στην ανθρωπότητα. Για τις ενέργειές του τιμωρήθηκε αυστηρά από το Δία, ο οποίος τον έδεσε σε ένα βράχο, ενώ ένας αετός έτρωγε το συκώτι του κάθε μέρα. 

Στη χλώρακα τα Κύρταμα τα συναντάμε στις παραθαλάσσιες περιοχές από τα Ροδαφινια, στο Δημμα, έως και τον Πηλό. 
Τα γνωρίζωμεν αμέσως από το ασπροπράσινο χρώμα των φύλλων τους που είναι λεία και σαρκώδηΜε ευχάριστο άρωμα, φίνο, απολαυστικό στον ουρανίσκο και με γεύση αλμυρή. Είναι απλωμένα πυκνωμένα και κατάσπαρτα αυτοφυημένα στις πετρώδεις παραλίες μέσα στις σχισμές των βράχων, δημιουργώντας όμοια λιβάδια με σπαρτά βλαστημένα που σχηματίζουν πράσινες τις ακτές της Χλώρακας.
Είναι μικρό πολυετές παχύφυλλο φυτό με φύλλα και βλαστούς που είναι παχείς και λείοι. Τα άνθη του κιτρινοπράσινα βγαίνουν το καλοκαίρι και σχηματίζουν σκιάδιο. Οι σπόροι του έχουν μεγάλη ομοιότητα με το κριθάρι, γι' αυτό οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν «κρίθμον».
Στη βοτανοθεραπεία, από τα χρόνια του Ιπποκράτη μέχρι τις μέρες μας, χρησιμοποιείται ως θεραπευτικό για ηπατικές, εντερικές και νεφρικές δυσλειτουργίες. 
Στις μεγάλες αμμώδεις εκτάσεις, και στις κοιλότητες των απόκρημνων βράχων της Χλωρακας, φύεται αυτό το φυτό, που έχει σαρκώδη, λεία και επιμήκη φύλλα, και το οποίον θεωρήθηκε από την αρχαιότητα ήδος εξαιρετικά διεγερτικόν της ορέξεως. Είναι φυτό γνωστό από την αρχαιότητα για τις θεραπευτικές του ιδιότητες, αλλά και ως έδεσμα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Ο Διοσκουρίδης και ο Πλίνιος είχαν σε μεγάλη εκτίμηση το κρίταμο. Στη βοτανοθεραπεία, από τα χρόνια του Ιπποκράτη μέχρι τις μέρες μας, χρησιμοποιείται ως θεραπευτικό για ηπατικές, εντερικές και νεφρικές δυσλειτουργίες. Στη φαρμακευτική χρησιμοποιείται ως ορεκτικό, διουρητικό, καθαριστικό του αίματος και ευεργετικό στο συκώτι.
Η περιγραφή του Διοσκουρίδη είναι πολύ χαρακτηριστική:

"θαμνώδες βοτάνιον, που απλώνεται σε πλάτος και έχει ύψος ενός πήχυ. Φυτρώνει σε παραθαλάσσιους τόπους και έχει πολύ στιλπνά φύλλα και υπόλευκα, σαν της γλιστρίδας, πιο πλατιά και πιο επιμήκη με αλμυρή γεύση... λαχανεύεται εφθόντε και ωμόν εσθιόμενον και ταριχεύεται εν άλμη"